Αγιασος , Καθαρά Δευτέρα
«Στην Αγιάσο, την Καθαρή Δευτέρα γίνονται κάτι «άχρεια» πράματα, μια εκδήλωση κορυβαντική, όπου όλο το χωριό, γυναίκες (οι γνωστές βρακούσες παλιότερα) και άντρες, κατεβαίνουν στη ρούγα και μες σε μια ατμόσφαιρα οργιαστική, πίνουν, χορεύουν και αντιπαλεύουν με στίχους, βγάζοντας το άχτι τους χωρίς φραστικό χαλινάρι…»
Ασημάκης Πανσέληνος
Λάτι να του τρίψουμι
του αντέτ’ να ποίσουμι.
Πάριτι τ’ς γ’δουχέρ’ στου χέρ’
λάτι α τρίψουμι πιπέρ’.
Γοι γ’δουχέρ’ είνι μιγάλ’
τσ’ έχιν άγαρμπου τσιφάλ’.
Μέσ’ τα γ’διά σας δε χουρούν
να τατσίσιν δε μπουρούν.
Ωχ, μανούλα μ’, πάγ’ του γ’δέλι μ’
τρύπ’σι γ’δόχειρας του τσ’λέλι μ’.
Του φιτ’νό του καλουτσαίρ’
ακριβήναν γοι γ’δουχέρ’.
Ακριβήναν τσι τ’αγγούρια
που τα τρών’ τα κουπιλούδια.
Τα αποκριάτικα δρώμενα, έχοντας ως σκοπό την ευημερία της κοινότητας, παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τους χορούς του Δωδεκαημέρου και της Αποκριάς της υπόλοιπης Ελλάδας. Σε κάθε χορευτικό κέντρο παρουσιάζεται με μικρές διαφοροποιήσεις ένας ιδιότυπος συρτός που συνδυάζεται με σκωπτικά τραγούδια. Στην Αγιάσο λέγεται «τρίψιμο». Στο «τρίψιμο» οι χορευτές σχηματίζουν όλοι μαζί (άνδρες και γυναίκες) έναν κοινό κύκλο, είτε πιασμένοι ο καθένας απ’ τη μέση του μπροστινού του (Αγιάσος), είτε από τα αριστερά τους χέρια που κρατούν τεντωμένα στο κέντρο του κύκλου (Αγία Παρασκευή). Όλοι τους κινούνται με φορά αντίθετη των δεικτών του ρολογιού. Είναι σχεδόν κολλημένοι και τρίβονται ο ένας πάνω στον άλλον, πράγμα αδιανόητο εκτός αποκριάτικης περιόδου, αφού οι κινήσεις παραπέμπουν στη σεξουαλική πράξη. Ίσως αυτό να δικαιολογεί και το όνομα του δρώμενου.
Οι αρχαιοελληνικές γιορτές των Βακχειών ή Διονυσίων τελούνταν προς τιμή του θεού Διόνυσου και εξυμνούσαν την αέναη αναδημιουργία, τη γονιμότητα και την αναζωογόνηση της φύσης κατά την άνοιξη. Απομεινάρια της βακχικής αυτής αντίληψης για τη ζωή είναι και τα «τριψίματα», δίστιχα ομοιοκαταληκτικά τραγούδια που υμνούν τα γεννητικά όργανα, καθώς και τα «ιμτζουρώματα» αυτών που «αρχιόντι».
Είναι ολοφάνερη η σχέση του τριψίματος με τον αρχαίο διθύραμβο. Τα τριψίματα είναι χορικά άσματα (δηλαδή χορωδιακά τραγούδια), που τραγουδιούνται και χορεύονται κυκλικά από το χορό (αρχίζει ο κορυφαίος και επαναλαμβάνει ο χορός), υμνούν τα γεννητικά όργανα και τη σεξουαλική πράξη, αποδίδονται με τον αφηγηματικό ίαμβο, διατηρούν τη μορφή αυτή και δεν εμπλουτίζονται με τα πρόσωπα και τα στοιχεία του αρχαίου δράματος (δηλαδή τους προσωπιδοφόρους ηθοποιούς και το διάλογο). Στον αρχαίο διθύραμβο τα μέλη του χορού βάφονταν με την τρυγία, το κατακάθι του σταφυλιού, που είχε χρώμα κόκκινο. Στην Αγιάσο του 1950 τα μέλη του χορού βάφονταν ακόμα με κόκκινα κραγιόνια (κνήκο). Στο σύγχρονο τρίψιμο μουτζουρώνονται με κάρβουνο. Στον αρχαίο διθύραμβο τα μέλη του χορού «ορχούνταν», που σημαίνει χόρευαν, μετείχαν στον όρχο, δηλαδή στον κύκλο των μυστών της διονυσιακής λατρείας. Στο τρίψιμο τα μέλη του χορού «αρχιόντι» που σημαίνει επίσης χορεύουν. Η λέξη προέρχεται από εκφυλισμό της αρχαιοελληνικής λέξης «ορχούνται».
Ανακεφαλαιωτικά μπορούμε να πούμε ότι το τρίψιμο είναι διθύραμβος που δεν εξελίχτηκε σε τραγωδία.