Τούτουνας , οχ(ι) τούτουνας
Κάποιες δεκαετίες πριν εκδιδόταν ένα πολύ επιτυχημένο περιοδικό, ο Ταχυδρόμος. Οι μεγαλύτεροι θα θυμούνται την τελευταία σελίδατου περιοδικού, (εξώφυλλο) στην οποία φιλοξενούσε γελοιογραφίες του μεγάλου σκιτσογράφου ΜΠΟΣΤ.
Για να φτάσει ο Μποστ στην …τελευταία σελίδα έβαλε το χέρι του και ένας γνωστός Μυτιληνιός.
Για να φτάσει ο Μποστ στην …τελευταία σελίδα έβαλε το χέρι του και ένας γνωστός Μυτιληνιός.
Συγκεκριμένα λοιπόν ο Μποστ την εποχή εκείνη έφτιαχνε ένα (1) σκίτσο που το περιοδικό φιλοξενούσε σε κάποια εσωτερική σελίδα που έπρεπε να ψάξει ο αναγνώστης για να το βρει. Τα σκίτσα όμως είχαν όλα τα χαρακτηριστικά του Μποστ. Έξυπνα, χιουμοριστικά, σπυρτόζικα, ήταν δηλαδή από τότε σκίτσα του….Μποστ.
Μέχρι που κάποια μέρα τον καλεί η Διεύθυνση του περιοδικού και του ανακοινώνει αλλαγή των όρων της συνεργασίας, η οποία από ένα και μοναδικό σκίτσο ανά έκδοση πλέον θα περιελάμβανε ολόκληρη σελίδα και συγκεκριμένα την τελευταία σελίδα, δηλαδή το οπισθόφυλλο του περιοδικού, με την αντίστοιχη αύξηση και στις αποδοχές, οι οποίες πολλαπλασιάστηκαν. Ο Μποστ αιφνιδιάστηκε βέβαια ευχάριστα, και συζητώντας με τον Διευθυντή ρωτούσε πως και προέκυψε τόσο αιφνιδιαστικά μια τέτοια αλλαγή στις μεταξύ τους σχέσεις.
Ο Διευθυντής του απαντά ότι και η Διοίκηση είχε σχηματίσει την άποψη ότι έπρεπε να αναβαθμίσει τη σχέση τους, δεχόταν όμως σχετικά μηνύματα και από αναγνώστες του περιοδικού, και ανασύροντας μια επιστολή από το συρτάρι του, άρχισε να διαβάζει την επιστολή του άγνωστου σ’ αυτόν αναγνώστη, ο οποίος λίγο – πολύ έλεγε στην επιστολή του ότι κακώς μέχρι τότε είχαν καταχωνιάσει τα σκίτσα του Μποστ σε κάποια εσωτερική σελίδα, την οποία έπρεπε να αναζητήσει ο αναγνώστης για να δει τα σκίτσα του καλλιτέχνη, ενώ αυτά αποτελούσαν ένα από τα πιο δυνατά σημεία του περιοδικού, για εκείνον αλλά και για άλλους, γνωστούς σ’ αυτόν αναγνώστες του περιοδικού, καταλήγοντας ότι κατά την άποψή του τα σκίτσα του Μποστ θα έπρεπε να καλύπτουν 1 ή και 2 ολόκληρες σελίδες του περιοδικού, προτείνοντας αυτά να φιλοξενούνται στο σαλόνι του περιοδικού, ή στην τελευταία σελίδα για να τα βρίσκει εύκολα ο αναγνώστης, αλλά για να ενισχύσουν και την κυκλοφορία του περιοδικού. Η επιστολή αυτή ήταν η πιο χαρακτηριστική ίσως από όσες είχε στη διάθεσή της η Διεύθυνση.
Ο Μποστ έμεινε άναυδος και ζήτησε να δει τα στοιχεία του γράφοντος, αυτά ήταν Στρατής ΑναστασέλληςΑγιάσος Λέσβου. Ο Μποστ θεωρούσε λοιπόν «ευεργέτη» του τον Αναστασέλλη, ήρθε σε επαφή μαζί του και συνεννοήθηκαν να τα πον από κοντά στη Μυτιλήνη.
Όταν ήρθε εκείνη η μέρα, τον υποδέχτηκαν στο αεροδρόμιο ο Στρατής με του Κουστέλ(ι) του Μπολμπούλ(ι).
Αφού τον καλωσόρισαν εκείνος ρωτούσε ποιος απ’ τους δυο είναι ο Αναστασέλλης.
Ο Στρατής έδειχνε του Κουστέλ(ι) κι έλεγε να τούτους είνι, του Κουστέλ(ι) έδειχνε το Στρατή κι έλεγε όχ(ι) αυτός είναι , τέλος πάντων των βάζουν στο ταξί και γραμμή για την Αγιάσο.
Στο δρόμο του δούλεμα συνεχιζόταν βρε ποιος είναι ο Αναστασέλλης να τούτους οχ(ι) τούτους μέχρι που έφτασαν στην Καρίνι.
Εκεί ο Μποστ λέει πω πωπω τι ομορφιά είναι εδώ, σταματήστε να δούμε λίγο αυτό τον Παράδεισο.
Όταν κατέβηκε απ’ το ταξί τους λέει ότι το δούλεμα ήταν μέχρι εδώ Θεομπαίχτες, ή θα μου πείτε ποιος είναι ο Αναστασέλλης ή θα πάρω άλλο ταξί καρφί για το αεροδρόμιο, αφού τον κέρασαν έναν καφέ και τον ηρέμησαν κάτω απ΄τα θεόρατα πλατάνια, θέλοντας και μη του αποκάλυψαν τη μεγάλη αλήθεια: ποιος ήταν ο Στρατής Αναστασέλλης!!!
Από κει και μετά κτίστηκε μια μεγάλη σχέση ανάμεσα στο Στρατή και το Μποστ, ο οποίος όμως έτσι γνώρισε και του Κουστέλ(ι) του Μπουλμπούλ(ι) και πήρε μια γεύση απ’ το ξεχωριστό αυτό ντουέτο και τα χωρατά τους. Μιχάλης Πολυπαθέλλης