ΟΥΖΟ ΒΑΡΒΑΓΙΑΝΝΗ
Ο Ευστάθιος Ι. Βαρβαγιάννης (1805-1873) έφτασε στο Πλωμάρι της Λέσβου γύρω στα 1860, φορτωμένος με την εμπειρία και τη γνώση της απόσταξης από την Οδησσό της Ρωσίας. Στο Πλωμάρι εκείνη την εποχή, η βιομηχανική παραγωγή βρισκόταν σε έξαρση, το διεθνές εμπόριο άνθιζε και ο Πλωμαρίτης δάσκαλος του Γένους, Βενιαμίν ο Λέσβιος, έβαζε με τους άλλους Φιλικούς τα θεμέλια της Νεότερης Ελλάδας στα νησιά του Αιγαίου. Το λιμάνι έσφυζε από ζωή και πολλά προϊόντα εξάγονταν σε ολόκληρο τον κόσμο.
Αυτή η εύφορη γη και το εξαίσιο κλίμα γεννούν, έως και σήμερα, μια αξεπέραστη ποικιλία γλυκάνισου, ένα φυτό που παίζει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία του ούζου, αλλά και δεκάδες άλλα αρωματικά φυτά που συμπληρώνουν την υπέροχη γεύση του ούζου, το άρωμα της Ελλάδας.
Σ’ αυτόν τον τόπο, ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης ξεκίνησε τη διαδικασία της πρώτης απόσταξης και την παραγωγή του άριστης ποιότητας ούζου, που από τότε έγινε γνωστό με την ονομασία Ούζο Βαρβαγιάννη Μπλε. Στα χρόνια που πέρασαν, πέντε γενιές της οικογένειας Βαρβαγιάννη ακολούθησαν την πορεία που χάραξε ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης.
Πιστοί φύλακες της παράδοσης, με αγάπη και πολύ μεράκι για τη δημιουργία του μοναδικού ούζου, επιλέγουν μόνο αγνά, φυσικά υλικά και παρακολουθούν με ιδιαίτερη φροντίδα τη διαδικασία απόσταξης.
Πιστοί φύλακες της παράδοσης των 150 χρόνων, η οικογένεια Βαρβαγιάννη που βαδίζει στα βήματα που χάραξε ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης. Με πολλή αγάπη και μεράκι, τα μέλη της οικογένειας επιλέγουν προσεκτικά αγνά, φυσικά υλικά και παρακολουθούν με ιδιαίτερη φροντίδα τη διαδικασία απόσταξης, που γίνεται με τον παλιό, παραδοσιακό τρόπο όπως τονίζει η Βάγια Βαρβαγιάνη και ξεκαθαρίζει ότι πλέον η εταιρεία έχει στις πλάτες της έξι γενιές, καθώς τόσο τα δικά της παιδιά όπως και τα παιδιά των αδελφών της Στάθη και Μανώλη δουλεύουν πια στην επιχείρηση.
Τουλάχιστον εμείς οι μεγάλοι, μας λέει η Βάγια Βαρβαγιάννη, είμαστε συνυπεύθυνοι για την πορεία της εταιρείας και οι αποφάσεις λαμβάνονται και από τους τρεις. Δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε αναφέρει χαρακτηριστικά, η ίδια το αντίθετο πρέπει να διατηρήσουμε αφενός αλώβητη την παράδοση που κληρονομήσαμε και αφετέρου να την πάμε ένα βήμα παρακάτω. «Και νομίζω ότι τα έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα καθώς στην Πέμπτη γενιά, δηλαδή σε εμάς τα αδέρφια, οφείλεται το λανσάρισμα του Ούζου Βαρβαγιάννη Πράσινο, το οποίο είναι ένα γνήσιο απόσταγμα 100% που παράγεται στους 42% Vol.
Το 1997, επίσης, η πέμπτη γενιά δημιούργησε στο Πλωμάρι το πρώτο Μουσείο Ούζου στην Ελλάδα. Στους ανενεργούς πια άμβυκες που θα δείτε εκεί είναι γραμμένη η ιστορία της ελληνικής ποτοποιίας… «Είναι μια ζωντανή φωνή που λέει ότι εκεί υπάρχει κάτι διαφορετικό, αυτό που λέμε παράδοση, αυτό που λέμε οικογενειακή επιχείρηση», όπως εύστοχα μας λέει η ίδια.
Από τη δεκαετία του 1990 η ποτοποιία διατηρεί μια σταδιακά ανοδική πορεία, με παραγωγή που κυμαίνεται στα 40.000 κιβώτια των 700 ml. To 22% της παραγωγής, επισημαίνει στο “R” η Βάγια Βαρβαγιάννη ταξιδεύει στο εξωτερικό, καθώς τα προϊόντα μας έχουν αποκτήσει πιστούς καταναλωτές και σε άλλες αγορές όπως Αμερική, Ν. Αφρική, Αυστραλία, Κύπρος, Γερμανία. Όσον αφορά την τιμή που πωλούνται τα προϊόντα στο εξωτερικό, αυτό εξαρτάται από την φορολογία του κάθε κράτους. Για παράδειγμα στη Γερμανία το μπλε ούζο μας πωλείται στο ράφι αντί 14 ευρώ περίπου –τα 700 ml- αντί 11,5-12 ευρώ που είναι στην Ελλάδα.
«Η διατήρηση της ποιότητας είναι για μας το Α και το Ω έτσι ώστε η εταιρεία να συνεχίσει το ταξίδι της μέσα στο χρόνο», μας επισημαίνει η Βάγια Βαρβαγιάννη. Στο πλαίσιο αυτό τα προηγούμενα χρόνια προχωρήσαμε σε μία εκ βάθρων αναδιοργάνωση της εταιρείας στο επίπεδο της παραγωγής ανανεώνοντας τα μηχανήματά μας, ενώ αγοράσαμε και καινούργια καλούπια για τις συσκευασίες τα οποία και αγοράσαμε από την Ιταλία.
Πηγή : ΟΥΖΟ ΒΑΡΒΑΓΙΑΝΝΗ