Σόλων Λεκκας
Η αυθεντική φωνή της Λέσβου!!!!
Ο Σόλων Λέκκας, γεννημένος το 1946 στην Πηγή της Λέσβου, αποτελεί μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση ερασιτέχνη τραγουδιστή, περίπτωση η οποία χρήζει την προσοχή του οποιουδήποτε ασχολείται –έστω και επιδερμικά- με την παραδοσιακή μουσική. Παρόλο που κατάγομαι από το νησί της Μυτιλήνης, δεν τον γνώριζα παρά μόνο όταν είδα τυχαία στο Youtube απόσπασμα από την εκπομπή της ΕΤ3, “Ελλήνων Δρώμενα” και εντυπωσιασμένος από την ομορφιά και το εύρος της φωνής του, αναζήτησα περισσότερες πληροφορίες.
Ο Σόλωνας, έχει ηχογραφήσει 5 cd τα οποία κυκλοφορούν στην τοπική αγορά και συνήθως τα μοιράζει ο ίδιος στις ζωντανές εμφανίσεις του. Ορισμένες ηχογραφήσεις μπορείτε να ακούσετε από το TaR – Radio. Το ρεπερτόριο του Μυτιληνιού τραγουδιστή (χτίστη και λιθοξόου στο επάγγελμα) περιλαμβάνει όλα τα παλιά μυτιληνιά τραγούδια, πλήθος μικρασιάτικων καθώς και αμανέδες. Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, τους ¨σκοπούς¨ αυτούς τους έμαθε και τους τραγουδούσε από μικρό παιδί μαζί με άλλους μεγαλύτερους στα καφενεία. «Το τραγούδι διδάσκεται, ο αμανές όχι» όπως λέει χαρακτηριστικά.
Επισκεπτόμενος λοιπόν τη Μυτιλήνη , δεν έχασα την ευκαιρία να τον συναντήσω στην καθιερωμένη για το νησί, Γιορτή Ούζου στα πλαίσια της οποίας τραγούδησε. Φιλικός και απλός δέχτηκε να μου μιλήσει για την παραδοσιακή μουσική του νησιού και των παραλίων της Μ.Ασίας καθώς και για άλλα, γενικότερου ενδιαφέροντος θέματα…
κάντε κλικ στο εικονίδιο-μεγάφωνο,
για να ακούτε 12 τραγούδια με τον Σόλωνα Λέκκα, από το TaR-radio.com!
* * * * * * * * * *
Σταύρος Κουδουνάς: Κύριε Σόλωνα, αρχικά θα ήθελα να μου μιλήσετε γενικότερα για την ενασχόληση σας με τη μουσική και για τον αν παίζετε κάποιο όργανο.
Σόλων Λέκκας: Όργανο δεν παίζω. Λίγο τουμπερλέκι έπαιζα μόνο τις απόκριες. Στο χωρίο μας, βγαίναμε κάθε χρόνο στους δρόμους και λέγαμε παλιές ιστορίες που είχαν γίνει τραγούδια, πχ για το γιοφύρι της Άρτας αλλά και πολλές του τόπου μας. Βγαίναμε λοιπόν στο χωρίο και τα λέγαμε αυτά παίζοντας νταούλι, τουμπερλέκι ακόμη και με τους τενεκέδες παίζαμε αν δεν είχαμε κάποιο από αυτά τα όργανα.
Σ.Κ: Άρα ξεκινήσατε να ασχολείστε από μικρός με τη μουσική.
Σ.Λ: Ναι, από μικρός. Ο κάθε άνθρωπος άλλωστε, από μικρός δείχνει την κλίση του σε κάτι. Άλλος λέει ότι θέλει να γίνει γιατρός, άλλος ότι θέλει να γίνει δάσκαλος και πάει λέγοντας. Μελετάς από μικρός τι θέλεις να γίνεις.
Σ.Κ: Είστε, απ’ όσο ξέρω, αυτοδίδακτος.
Σ.Λ: Βέβαια. Εγώ δεν ξέρω ούτε νότες, ούτε ¨ντο-ρε-μι¨, ούτε τίποτα. Ούτε τους ανατολίτικους ¨δρόμους¨ γνωρίζω καλά, πχ ¨Ουσάκ¨ ¨Σαμπάχ¨ κτλ. Κυρίως με το αυτί δουλεύω εγώ.
Σ.Κ: Μπορεί να διδαχθεί το λαϊκό τραγούδι;
Σ.Λ: Το τραγούδι σπουδάζεται. Ο αμανές δε σπουδάζεται όμως. Όσο και να μελετήσεις τον αμανέ, δε θα σου βγει αληθινός. Ο αμανές είναι ένα τραγούδι αληθινό. Ένα απλό τραγούδι, αν έχεις καλή φωνή, θα το μελετήσεις μια-δυο φορές και θα το πεις. Τον αμανέ δεν τον μαθαίνεις με τίποτα.
Σ.Κ: Θέλω να μου πείτε κάποια πράγματα για το ρεπερτόριο σας.
Σ.Λ: Εγώ λέω τα ντόπια, τα δικά μας τα μυτιληνιά και τα μικρασιάτικα. Δε λέω άλλα τραγούδια. Βέβαια, ωραία είναι όλα τα παραδοσιακά. Δεν υπάρχει κάποιο άσχημο αλλά πιο πολύ μου αρέσουν τα δικά μας. Προτιμώ τα παραδοσιακά γιατί έχουν τις πιο όμορφες μελωδίες. Αυτά τα έντεχνα και τα ξένα τα τραγούδια μου θυμίζουν εμένα κάποιους ψάλτες στην εκκλησία που δεν ψέλνουν καλά. Παίρνουν ένα νταβούλι αυτοί οι μοντέρνοι και βαράνε συνέχεια. Αυτά δεν είναι τραγούδια, δεν έχουν μουσική.
Σ.Κ: Κάποια στιγμή, το παραδοσιακό τραγούδι παρήκμασε και εδώ στη Μυτιλήνη. Πότε συνέβη περίπου αυτό;
Σ.Λ: Άκου να δεις: εδώ στη Μυτιλήνη είχαμε μόνο ανατολίτικα τραγούδια. Τα δικά μας, τα μυτιληνιά, με τα μικρασιάτικα ήταν στην ουσία τα ίδια. Ο κόσμος εδώ όμως σιγά-σιγά, περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 70’, άρχισε να μην προτιμάει την ανατολή και να θέλει τους δυτικούς τους σκοπούς. Έτσι ήρθαν κι εδώ αυτά τα ξένα και ο κόσμος εδώ πάει και τα ακούει χωρίς να τα ξέρει. Το ίδιο γίνεται και με κάποιους Έλληνες μουσικούς που έρχονται εδώ. Όπως φέτος που θα έρθουν στο γήπεδο της Μυτιλήνης ο Ρουβάς, ο Κότσιρας, ο Μαχαιρίτσας και άλλοι. Πηγαίνουν τους ακούνε και μετά δε θυμούνται τους σκοπούς που άκουσαν! Άλλα έτσι κι αλλιώς αυτοί τα ίδια λένε. ¨Σ’ αγαπώ- Μ’ αγαπάς¨ κτλ. Για ‘μένα όλα τα μοντέρνα είναι σαν το φαγητό των ¨Goody’s¨. Δε συγκρίνονται με το όμορφο καλομαγειρεμένο παραδοσιακό φαγητό.
Σ.Κ: Έτυχε ποτέ να τραγουδήσετε κάποια λαϊκά τραγούδια, έστω και για την παρέα;
Σ.Λ: Τραγουδούσα σε πανηγύρια πάνω από 30 χρόνια. Εδώ είχαμε μόνο όργανα παραδοσιακά παλιά, όπως το σαντούρι, το κλαρίνο και άλλα. Όποτε όμως ζητούσαν λαϊκά τραγούδια σε κάποιο πανηγύρι, εγώ έφευγα (γέλια). Αυτή η κατάσταση ξεκίνησε από τις πόλεις, όχι από τα χωρία. Άρχιζε ο κόσμος να ακούει περισσότερο Καζαντζίδη, Γαβαλά, Ζαγοραίο και άλλους της εποχής εκείνης. Και τότε ήταν που καθιερώθηκαν και τα άλλα τα μπουζούκια, τα τετράχορδα και παρήκμασαν τα τρίχορδα. Για μένα ο Χιώτης που καθιέρωσε το τετράχορδο μπουζούκι την χάλασε τη μουσική. Ήταν δεξιοτέχνης αλλά με τις τέσσερις χορδές χάθηκε η γλύκα που έβγαινε από τις τρεις.
Σ.Κ: Εμφανίζεστε συχνά; Βγάζετε κάποιο εισόδημα από τη μουσική;
Σ.Λ: Δε βγάζω πολλά λεφτά εγώ από το τραγούδι. Δεν μπορείς να ζήσεις τραγουδώντας. Το χειμώνα πηγαίνω 4-5 φορές (και όσο περνούν τα χρόνια, λιγότερες) και τραγουδάω σε μουσικές σκηνές της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και κάποιων άλλων πόλεων. Δυστυχώς υπάρχουν σε αυτά τα μέρη και πολλές ¨κλίκες¨ που βάζουν να τραγουδάνε ανθρώπους που δεν αξίζουν καθόλου. Άσε που στην τηλεόραση βγαίνουν μόνο όσες έχουν ωραία μπούτια.
Επαγγελματικά τραγούδησα μόνο λίγα χρόνια, γύρω στο 69’ με 71’. Ο κόσμος τότε όμως ήταν φτωχός και δε βγάζαμε πολλά λεφτά. Με τα σημερινά δεδομένα, γύρω στα 100 με 150 ευρώ. Δεν έχω πάρει εγώ πολλά λεφτά. Έδωσα όμως πολλή και καλή μουσική στον κόσμο που ξέρει να την εκτιμά. Όπως λέει ο σκοπός: ¨Ψάχνω να βρω έναν άνθρωπο να πω τα μυστικά μου, να μην πεθάνω ξαφνικά και μένουν στην καρδιά μου¨.
Σ.Κ: Πάμε πάλι στη μουσική αυτή καθ’ αυτή: ο αμανές είναι ίσως το πιο αυτοσχεδιαστικό κομμάτι της μουσικής μας παράδοσης…
Σ.Λ: Θα σου πω ένα παράδειγμα κι ας ακούγεται κάπως αηδιαστικό: όταν σε πονάει η κοιλιά σου και κλάνεις, ανακουφίζεσαι. Άμα σου πω όμως τώρα εσένα χωρίς να σε πονάει η κοιλιά σου να κλάσεις, δε θα μπορέσεις (γέλια)! Έτσι ακριβώς είναι κι ο αμανές. Όταν έχεις μέσα σου τον νταλγκά, την στεναχώρια, θα πεις έναν και θα τον πεις κι ωραία γιατί θα βγαίνει μέσα από την καρδιά σου. Άμα σου πει όμως κάποιος ¨πες έναν αμανέ¨ δε θα είναι το ίδιο.
Σ.Κ: Υπάρχουν παρ’ όλα αυτά κάποιοι συγκεκριμένοι δρόμοι που ακολουθούνται στον αμανέ;
Σ.Λ: Ναι. Οι μουσικοί παίζουν κάποιον δρόμο και εγώ με τη φωνή μου πατάω πάνω σε αυτόν χωρίς να ξέρω πάντα τι παίζει ο μουσικός. Εγώ καταλαβαίνω μόνο τα βασικά.
Σ.Κ: Για να πείτε έναν αμανέ, πρέπει να είστε απαραίτητα λυπημένος;
Σ.Λ: Μπορείς να πεις αμανέ και όταν νιώθεις λύπη και όταν νιώθεις χαρά. Ο ¨παραπονιάρικος¨ όμως είναι και ο πιο ωραίος. Εξαρτάται βέβαια και από τη στιγμή. Μπορεί να είσαι λυπημένος και να μη σου βγει ο αμανές.
Εγώ προτιμώ να μην έχει πολύ κόσμο, όταν μου λένε να τραγουδήσω. Κάνουν φασαρία, βαβούρα, δεν ακούγεσαι καλά και δε σε καταλαβαίνουν. Πολλές φορές, μέσα στη βαβούρα είναι σα να χάνονται όλα και δε βγαίνει φωνή από το στόμα μου. Άμα πιεστώ να πω τον αμανέ με αυτές τις συνθήκες, θα είναι σα να κοροϊδεύω τον κόσμο.
Σ.Κ: Το τραγούδι του τόπου εδώ σχετίζεται με την ψυχοσύνθεση των κατοίκων; Για παράδειγμα, στην Κρήτη έχουν κυρίως τραγούδια και μελωδίες πολεμικές και λεβέντικες, στην Ήπειρο έχουν τα μοιρολόγια…
Σ.Λ: Ναι, εδώ τα τραγούδια είναι πιο μερακλίδικα, πιο γλεντζέδικα. Δεν έχουν το πολεμικό στοιχείο όπως τα κρητικά ή τα τούρκικα. Βέβαια υπάρχουν μερικά που μιλάν για καβγάδες και τα χορεύουν με μαχαίρια. Επίσης τα διάφορα μέρη του νησιού έχουν και διαφορετικές μεταξύ τους μουσικές. Όπως στην Κρήτη, που υπάρχουν άλλοι χοροί στα Χανιά, άλλοι στο Ρέθυμνο και πάει λέγοντας.
Σ.Κ: Υπάρχουν σήμερα στο νησί νέοι και αξιόλογοι παραδοσιακοί μουσικοί;
Σ.Κ: Ναι, υπάρχουν. Αλλά πηγαίνουν και παίζουν για τα λεφτά κυρίως σε άσχημες συνθήκες. Εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό και να τραγουδάω ψεύτικα πράγματα. Αυτό που θα ήθελα θα ήταν να μαζευόμαστε σε ένα καφενείο και να παίζουμε μουσική όχι για τα χρήματα. Κι ο παππάς ακόμα, για να δοξάσει το Θεό παίρνει πολλά λεφτά και αυτό δε μου αρέσει καθόλου.
Σ.Κ: Πιστεύετε πως η παραδοσιακή μουσική στις μέρες μας έχει την αναγνώριση που θα έπρεπε να έχει; Και το ρωτάω αυτό διότι ο περισσότερος κόσμος τη θεωρεί μουσική των πανηγυριών και συγχέουν το λαϊκό με την παράδοση.
Σ.Λ: Για όλες τις μουσικές πρέπει να έχεις τους σωστούς ανθρώπους να τις παίξουν. Το μπουζούκι μαζί με το αρμόνιο, για παράδειγμα δεν μπορούν να παίξουν τα παραδοσιακά. Αυτό γίνεται σήμερα. Βάζουν τους λάθος μουσικούς με τα λάθος όργανα να παίζουν παραδοσιακή μουσική. Πάνε ακόμα και στο εξωτερικό με τα μπουζούκια και τα αρμόνια και με τη μουσική που παίζουν ρεζιλεύουν τον τόπο μας. Δεν είναι αυτό η παράδοσή μας.
Υπάρχουν γενικότερα άσχετοι άνθρωποι για να διαχειριστών τα περί μουσικής. Και όχι μόνο στα θέματα, πολιτισμού, παντού. Είχα πάει μια φορά στο δήμο και τους είχα ζητήσει για πλάκα να αναλάβω να ελέγχω τους υπολογιστές. Μου απάντησαν πως δεν είναι δυνατόν εγώ, ένας αγράμματος, να το κάνω αφού δεν έχω ιδέα σχετικά με αυτά και τότε τους είπα κι εγώ πως και οι μισοί που έχουν στο δήμο είναι άσχετοι με το αντικείμενό τους!
Σ.Κ: Στις εμφανίσεις σας, φοράτε συνήθως παραδοσιακή φορεσιά. Είναι αυτό κάτι αυθόρμητο ή το κάνετε συνειδητά;
Σ.Λ: Εγώ, όταν φοράω τη φορεσιά, αισθάνομαι πως το μυαλό μου και η καρδιά μου μεταφέρονται στα παλιά τα χρόνια. Μπορώ και τραγουδάω έτσι πιο καλά. Με ένα σορτς μπορείς να πεις αμανέ; Δεν μπορείς. Και στο χορό ακόμα, δεν μπορώ να σηκωθώ να χορέψω αν δεν είναι καλή η μουσική.
Σ.Κ: Κύριε Σόλωνα, σας ευχαριστώ πολύ για τη συζήτηση μας.
Σ.Λ: Εγώ ευχαριστώ (Κειμ.Σταυρος Κουδουνας)