Ασουματιανός Γενικά 

Του Μιλτέλ(ι)

Του Μιλτέλ(ι)

 

Που λεγ’ς Γιανν(ι) του Μιλτέλ(ι) ήνταν ένα καλό μουρέλ(ι), ( τι μουρέλ(ι) δηλαδή που πέρνα τα τριγιάντα μόνου ε.   Ζούσε του λοιπόν στου χουριό, στα κτηματέλιαντουν , ε είχει τσι καμπόσα πρόβατα. Στρατιώτ(η)ς δε πήγει γιατί ήνταν καθηστερημένου τσι δε τουν πήραν, τότοισου μουναχά, που πέρασει δα ιπιτρουπήβγήκει απ’ του χουριό. Άβγαλτου ντιπ για ντιπ. Όσου για γ’ ναίκα μόνο ακ(ου)στα είχει γι αυτήν

Τα βράδια  κάνταν στου καφινέ μη κατ’ καλά πιδιά τ’ χουριού που τουν προστατεύαν απ’ τα πειράγματα (τς χουντράδις να λες) καλύτερα των <<ξύπνιων>>.

Τέλους πάντων ένα βράδ’ με τη θέληση τ΄Μιλτέλ(ι) τουν πήραν τσι τουν κατειβάσαν  στ’ Μυτιλήν’ να δει κουμάτ χαρά τς αυτό.

Στου δρόμου τουν κάναν  «φροντιστήριου» τίλιγια   θα τα ξιμπειρδεύς(ι) μαθέ. Τέλους τουν πήγαν σ’ ένα σπιτ(ι) μιας  «παστρικιάς» και βέβαια για να προλάβουν  τα δύσκολα της εξήγησαν πως του πιδί, μαθέ,  δεν τα «σπα τα σπίρτα» μήδι μη του ……σφυρί.

Η γ’ναίκα τουν πήρει μέσα τσι τουν «προετοίμαζε» για τα δέοντα. Η Στρατήγ(η)ς μη του Γιάνν(η) που τουν  συνουδεύαν κάνταν απέξου απι τ’ν πόρτα  αλλά είχαν τ’ αυτί τσίτα τσι ήνταν έτοιμ(οι) να «μουντάρειν» σα νι «στράβουνει» γι δ’λεια  γιατί του Μιλτέλ(ι) ήνταν τσι κουμάτ’ ανάπουδου άμα νι ταίριαζει.

Τέλους, ακούν του Μιλτέλ(ι) που ρώτ’σει ντ’<< παστρικιά>>: Τώλ(ρ)α που α βάλου;

Τουν ήρθαν τα γέλια, γιατί  πήγει χαράμ του «φροντιστήριου»,  που τουν κάναν στου δρόμου , που τουν λέγαν που να βάλ(ει), απ’ ότ(ι) φαίνιτι,  αλλά στ’ διαβόλ τη μάνα αφού του Μιλτέλ(ι) τουν…….. ήβρι του δρόμου.

Σι κουμάτ(ι) ακούν πάλι του Μιλτέλ(ι), τούτη τη φορά η φωνή ήταν πολλυυυυύ δυνατή: «Τώλ(ρ)α πάλ(ρ)΄τα ούλα τα πλ(ρ)όβατα»

Βάλαν τα γέλια, τουν  πήραν  τσι  γραμμή στου χουριό.

Μόνου που τ’ απόμνει  (τ’Μιλτέλ(ι))να τον συνοδεύει η μεγάλη φράση  :

«Τώλα πάλ΄τα ούλα τα πλόβατα» !!!!

Μιχάλης Πολυπαθέλλης

Related posts