Αϊ-Θαράπ’ς η Τζατζαλιάρ’ς.
Τζάτζαλα, μιάσματα και αποδιοπομπαίοι τράγοι
Στον κεντρικό δρόμο που οδηγεί από τη Μυτιλήνη στην Καλλονή, πάνω από τον Κόλπο της Γέρας, βρισκόταν για πολλές δεκαετίες το ξωκλήσι του αγίου Θεράποντα , του Αϊ-Θαράπ’ του Τζατζαλιάρ’. Δίπλα του κάποια δέντρα πνιγμένα σε λογής –λογής ρούχα και κουρελάκια , τα λεγόμενα «τζάτζαλα », στα οποία οφείλει την ονομασία του ο άγιος . Ασθενείς και συγγενείς τους έρχονταν εδώ να παρακαλέσουν τον άγιο να τους θεραπεύσει(Θεράποντας), να τους ιάνει (ιατρός) ,να τους γιάνει στην μυτηλινιά διάλεκτο ,γι’ αυτό και άλλη ονομασία του είναι Άι- Γιάν’ς Τζατζαλιάρ’ς.. Κρεμώντας κάποιο ρούχο τους στα δέντρα δίπλα στο ξωκλήσι , πίστευαν ότι αφήνουν εκεί και την αρρώστια τους , ότι η αρρώστια φεύγει από πάνω τους μαζί με τα τζάτζαλα που κρέμασαν στα δέντρα..
Το παλιό αυτό εκκλησάκι έχει κατεδαφιστεί, λόγω εκτέλεσης έργων οδοποιίας, και σε μικρή απόσταση έχει ανεγερθεί ένα καινούργιο πέτρινο με μια ελιά δίπλα του για να κρεμούν οι πιστοί τα τζάτζαλά τους .
Ας θυμηθούμε εδώ το έθιμο «ρουμάνι»( ή και «βαγιό» ή και «ρόκα») , επιβίωση της αρχαίας « ειρεσιώνης » σε πολλά χωριά της Λέσβου , που «διώχνει ψύλλους , ποντικούς» και που με τα χρωματιστά κουρελάκια του, τα «βαλάδια» ,γιατρεύει τους αρρώστους .
Σε όλη την μακραίωνη πορεία του ο άνθρωπος προσπάθησε με διάφορους τρόπους , μαγικού χαρακτήρα , να αποτρέψει ή να εξευμενίσει αόρατες δυνάμεις , που πίστευε ότι τον απειλούσαν . Με τελετές εξιλασμού επιδίωξε να μεταφέρει με μαγικό τρόπο τη δική του αμαρτία σε άλλα πρόσωπα, σε ζώα, σε φυτά, ακόμη και σε νεκρά αντικείμενα.
Η εικόνα των δέντρων με τα τζάτζαλα φέρνει στο νου τους φαρμακούς των Θαργηλίων στην αρχαία Αθή
να και τον αποδιοπομπαίο τράγο του Γιομ Κιπούρ των Εβραίων.
Θαργήλια και φαρμακοί
Τα Θαργήλια ήταν γιορτή που γινόταν στην Αθήνα τον μήνα Θαργηλιώνα (Μάιος – Ιούνιος) για να τιμηθούν οι δίδυμοι θεοί Άρτεμη και Απόλλωνας . Την πρώτη ημέρα της γιορτής γινόταν θρησκευτικός καθαρμός της πόλης .Πιστευόταν πως η πόλη όλη τη χρονιά μολυνόταν από τις άδικες πράξεις των
πολιτών της , γι’ αυτό κι έπρεπε να καθαριστεί και να απαλλαγεί από τα μιάσματα .
Ο καθαρμός γινόταν με τους φαρμακούς. Αυτοί ήταν συνήθως δυο κακοποιοί, που η πόλη τούς είχε καταδικάσει σε θάνατο.
Τους κρέμαγαν στον λαιμό τους αρμαθιές ξερά σύκα και τους γύριζαν στην αγορά και στους δρόμους της πόλης για να πάρουν επάνω τους όλα τα μιάσματα. Έπειτα με διάφορους τρόπους τους απομάκρυναν από την πόλη, πιστεύοντας ότι μαζί με αυτούς απομακρύνονται και τα μιάσματα και η πόλη εξαγνίζεται.
Οι φαρμακοί ,επειδή καθάριζαν (ρήμα καθαίρω < καθαρός \\ εξαγνίζω από αμαρτίες) την πόλη , ονομάζονταν και καθάρματα, λέξη που χρησιμοποιούμε σήμερα για άτομα με πολύ κακό χαρακτήρα.
Αποδιοπομπαίος τράγος
Το Γιομ Κιπούρ είναι θρησκευτική γιορτή των Εβραίων που γιορτάζεται στις 10 του μήνα Τισρί (τέλη Σεπτεμβρίου – αρχές Οκτωβρίου ) .Είναι μέρα νηστείας, μετάνοιας και προσευχής, προσφοράς. θυσιών στον Θεό και εξιλασμού του λαού από τις αμαρτίες . Στη γιορτή τελείται και το έθιμο της αποπομπής ενός τράγου στην έρημο, στον οποίο με συμβολικό τρόπο έχουν μεταφερθεί προηγουμένως όλες οι αμαρτίες του ισραηλιτικού λαού. Από δύο τράγους , ο ένας θυσιάζεται για τις αμαρτίες του λαού. Ο άλλος, μετά τη θυσία του πρώτου, οδηγείται μπροστά στον αρχιερέα που βάζει τα χέρια του πάνω στο κεφάλι του και εναποθέτει σ’ αυτόν όλες τις αμαρτίες του λαού. Στη συνέχεια ένας πιστός μεταφέρει τον τράγο αυτόν στην έρημο , όπου και τον εγκαταλείπει.
Η διαδικασία περιγράφεται στο Λευιτικό ( κεφ.16) :
Χριστός και Αποδιοπομπαίος τράγος
(Προχωρούσε ο Χριστός στην έρημο) ,προχωροϋσε κι ό ήλιος μαζί του , είχε φτάσει πιά μεσουρανίς, άπάνω από τό κεφάλι του• τά πόδια του καίγουνταν μέσα στόν πυρωμένο άμμο, βίγλισε γύρα του κάπου νά βρει ίσκιο• κι ώς βίγλιζε, άκουσε φτερουητό άποπάνω του κι ένα κοπάδι. κοράκια χιμοϋσαν σέ μιά λακκούβα, όπου ένα μαϋρο πράμα βρωμοκοποϋσε καί σάπιζε.
Έφραξε τά ρουθούνια, ζύγωσε• τά κοράκια είχαν πέσει άπάνω στό ψοφίμι, κάρφωσαν τ’ άγκρίφια άπάνω του κι έτρωγαν• ώς νά δοϋν ένα άνθρωπο νά ζυγώνει, πετάχτηκαν μέ θυμό , μέ μιάν μπουκιά καθένα κρέας στά νύχια του, κι έκαναν γύρους στόν άγέρα καί φώναζαν στόν ξενομπάτη νά φύγει. Έσκυψε ό ‘Ιησούς είδε τήν άνοιγμένη κοιλιά, τή μαύρη μισομαδημένη προβιά, τά κοντά ροζιάρικα κέρατα καί στό σαπημένο λαιμό του, άρμαθιές τά χαϊμαλιά..
«‘Ο τράγος» μουρμούρισε άνατριχιάζοντας «ό ιερός τράγος, πού πήρε τά κρίματα τού λαού στό λαιμό του, διώχτηκε άπό χωριό σέ χωριό, άπό βουνό σέ βουνό, στήν έρημο, καί ψόφησε. . »
Έσκυψε, έσκαψε μέ τά.χέρια του τόν άμμο, όσο μπορούσε πιο βαθιά, σκέπασε τό ψοφίμι:
—‘Αδερφέ μου, είπε, άθώος ήσουν, καθαρός, όπως όλα τά ζώα• μά οί άνθρωπα, οι άναντροι, σέ φόρτωσαν τά κρίματά τους καί σέ σκότωσαν• λιώσε είρηνεμένα, μήν τούς κρατάς κάκια• άνθρώποι, κακόμοιρα άδύναμα πλάσματα, δεν έχουν τήν παλικαριά νά πλερώσουν μόνοι τους τίς άμαρτίες τους, καί τίς φορτώνουν σ’ ένα άναμάρτητο… Πλέρωσε γι’ αύτούς, άδερφέ μου, έχε γειά!
Πηρε τό δρόμο, μά σέ λίγο στράφηκε ταραγμένος, κούνησε τό χέρι, φώναξε:
-Καλήν άντάμωση!
___________________
( Από το « Ο τελευταίος πειρασμός » του Καζαντζάκη)